- ιριδισμός
- ο переливание всеми цветами радуги
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ιριδισμός — Φαινόμενο μεγάλων ουσιών, οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαίτερη απόχρωση που αναπαράγει τα χρώματα της ίριδας. Ο ι. οφείλεται σε ένα αποτέλεσμα διασποράς, που προέρχεται από τα χαρακτηριστικά του δείκτη διάθλασης της ουσίας ή από ορισμένες λεπτές… … Dictionary of Greek
ιριδισμός — ο φυσικό φαινόμενο κατά το οποίο εμφανίζονται τα χρώματα της ίριδας στην επιφάνεια μερικών σωμάτων όπως στις σαπουνόφουσκες, σε σταγόνες νερού, στα φτερά των πουλιών κτλ … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
οπαλισμός — ο (ορυκτ. φυσ.) γαλακτώδης ιριδισμός που παρατηρείται σε πυκνά διαφανή μέσα ή κολλοειδή συστήματα όταν αυτά φωτίζονται από πολυχρωματική ακτινοβολία τού ορατού φάσματος, όπως είναι λ.χ. το ηλιακό φως … Dictionary of Greek
μάργαρο ή σεντέφι — Προϊόν έκκρισης του μανδύα διάφορων μαλακίων (θαλάσσιων ή των γλυκών νερών), το οποίο και αποτελεί το εσωτερικό στρώμα του οστράκου τους. Το μ. απαρτίζεται από λεπτά διαδοχικά στρώματα μιας οργανικής ουσίας με την ονομασία κογχυολίνη, στην οποία… … Dictionary of Greek